Αυτό το υπερηχογράφημα γίνεται συνήθως την 29 – 32η εβδομάδα της εγκυμοσύνης.
Στόχο έχει να προσδιορίσει την ανάπτυξη και την υγεία του εμβρύου.
Αυτό επιτυγχάνεται με:
- την εκτίμηση του βάρους του (βιομετρία εμβρύου),
- την εξέταση των κινήσεων του,
- την αξιολόγηση της θέσης του πλακούντα και την εμφάνιση του,
- τη μέτρηση της ποσότητας του αμνιακού υγρού και
- την εκτίμηση της ροής του αίματος στα αγγεία του ομφάλιου λώρου (ομφαλική αρτηρία) και του εμβρύου (μέση εγκεφαλική αρτηρία και φλεβώδης πόρος) με τη χρήση έγχρωμης υπερηχογραφίας (Doppler). Επιπλέον εκτιμάται η ροή του αίματος και στις μητριαίες αρτηρίες της μητέρας, που αποτελούν τα κυριότερα αγγεία για την επαρκή παροχή οξυγόνου και θρεπτικών ουσιών στον πλακούντα και κατ’επέκταση στο έμβρυο.
Σκοπός είναι η αναγνώριση των εμβρύων εκείνων τα οποία υπολείπονται της φυσιολογικής ανάπτυξής τους και ως εκ τούτου βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο. Σε περίπτωση παθολογικών ευρημάτων η κύηση τίθεται πλέον σε στενότερη παρακολούθηση προκειμένου να αποφασιστεί ο καταλληλότερος χρόνος για την περάτωσή της.